3,270,346
edits
(18) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἰσοκίνδυνος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που αντιμετωπίζει τον ίδιο κίνδυνο με άλλον<br /><b>2.</b> [[ικανός]] να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο, [[αξιόμαχος]] («ἰσοκινδύνους ἡγούμενοι», <b>Θουκ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ἰσοκινδύνως</i> (Α)<br />με τον ίδιο κίνδυνο. | |mltxt=[[ἰσοκίνδυνος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που αντιμετωπίζει τον ίδιο κίνδυνο με άλλον<br /><b>2.</b> [[ικανός]] να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο, [[αξιόμαχος]] («ἰσοκινδύνους ἡγούμενοι», <b>Θουκ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ἰσοκινδύνως</i> (Α)<br />με τον ίδιο κίνδυνο. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἰσοκίνδῡνος:''' -ον, αυτός που είναι [[ίσος]] ως προς τον κίνδυνο, σε Θουκ. | |||
}} | }} |