προστάττω: Difference between revisions

From LSJ

ἡ πολιτευομένη τῆς ἀρτάβης τιμήcustomary price of artaba

Source
(6)
(4)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προστάττω:''' Αττ. αντί [[προστάσσω]].
|lsmtext='''προστάττω:''' Αττ. αντί [[προστάσσω]].
}}
{{elru
|elrutext='''προστάττω:''' атт. = [[προστάσσω]].
}}
}}

Revision as of 03:06, 1 January 2019

French (Bailly abrégé)

att. c. προστάσσω.

Greek Monolingual

Α
(αττ. τ.) βλ. προστάζω.

Greek Monotonic

προστάττω: Αττ. αντί προστάσσω.

Russian (Dvoretsky)

προστάττω: атт. = προστάσσω.