ῥέδη: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
(6_10)
(4)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥέδη''': ἡ, Λατ. rheda, [[ἅμαξα]], καὶ ἵππων καὶ ῥεδῶν Ἀποκάλ. Ἰωάννου ιη΄, 13· - ὑποκορ. ῥέδιον, τό, «ῥεδίων· ἁρμάτων» Ἡσύχ.
|lstext='''ῥέδη''': ἡ, Λατ. rheda, [[ἅμαξα]], καὶ ἵππων καὶ ῥεδῶν Ἀποκάλ. Ἰωάννου ιη΄, 13· - ὑποκορ. ῥέδιον, τό, «ῥεδίων· ἁρμάτων» Ἡσύχ.
}}
{{elru
|elrutext='''ῥέδη:''' ἡ (лат. [[raeda]]) колесница NT.
}}
}}

Revision as of 03:16, 1 January 2019

German (Pape)

[Seite 837] ἡ, der Wagen, rheda (?).

Greek (Liddell-Scott)

ῥέδη: ἡ, Λατ. rheda, ἅμαξα, καὶ ἵππων καὶ ῥεδῶν Ἀποκάλ. Ἰωάννου ιη΄, 13· - ὑποκορ. ῥέδιον, τό, «ῥεδίων· ἁρμάτων» Ἡσύχ.

Russian (Dvoretsky)

ῥέδη: ἡ (лат. raeda) колесница NT.