γαρίφαλο: Difference between revisions
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
(8) |
m (Text replacement - ">" to ">") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και γαρύφαλο και γαρούφαλο, το<br />Ι. 1. το [[άνθος]] της γαριφαλιάς<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «το [[γαρίφαλο]] σέ μάρανε» — για κακοντυμένο με [[γαρίφαλο]] στο [[πέτο]]<br />β) «ο [[μόσχος]], το [[γαρίφαλο]] και το μακεδονίσι»<br />II. 1. ο αποξηραμένος [[κάλυκας]] του άνθους του τροπικού φυτού Καρυόφυλλος ο [[αρωματικός]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «μαύρο [[είναι]] το [[γαρίφαλο]] μα πουλιέται με το [[δράμι]]» — για ακριβά πράγματα [[παρά]] τη μη εντυπωσιακή τους [[εμφάνιση]]<br /><b>3.</b> [[γαρίφαλο]] του βουνού<br />το [[άνθος]] του φυτού Χιτών ο [[χνοώδης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>(βενετ.)</b> <i>gαrοflο</i> <span style="color: red;"><</span> <b>λατ.</b> <i>garofulum</i> <span style="color: red;"><</span> <b>ελλ.</b> <i>καρυό</i>-<i>φυλλον</i>. Η [[γραφή]] της λ. με -<i>ι</i>- ([[γαρίφαλο]]) δικαιολογείται ως απλούστερη φωνητική [[γραφή]] της μεταβολής -<i>ο</i>- | |mltxt=και γαρύφαλο και γαρούφαλο, το<br />Ι. 1. το [[άνθος]] της γαριφαλιάς<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «το [[γαρίφαλο]] σέ μάρανε» — για κακοντυμένο με [[γαρίφαλο]] στο [[πέτο]]<br />β) «ο [[μόσχος]], το [[γαρίφαλο]] και το μακεδονίσι»<br />II. 1. ο αποξηραμένος [[κάλυκας]] του άνθους του τροπικού φυτού Καρυόφυλλος ο [[αρωματικός]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «μαύρο [[είναι]] το [[γαρίφαλο]] μα πουλιέται με το [[δράμι]]» — για ακριβά πράγματα [[παρά]] τη μη εντυπωσιακή τους [[εμφάνιση]]<br /><b>3.</b> [[γαρίφαλο]] του βουνού<br />το [[άνθος]] του φυτού Χιτών ο [[χνοώδης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>(βενετ.)</b> <i>gαrοflο</i> <span style="color: red;"><</span> <b>λατ.</b> <i>garofulum</i> <span style="color: red;"><</span> <b>ελλ.</b> <i>καρυό</i>-<i>φυλλον</i>. Η [[γραφή]] της λ. με -<i>ι</i>- ([[γαρίφαλο]]) δικαιολογείται ως απλούστερη φωνητική [[γραφή]] της μεταβολής -<i>ο</i>- > -<i>ι</i>-, μια και η νεοελληνική [[λέξη]] προήλθε (ως αντιδάνειο) από μια βενετσιάνικη]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 15:15, 15 January 2019
Greek Monolingual
και γαρύφαλο και γαρούφαλο, το
Ι. 1. το άνθος της γαριφαλιάς
2. φρ. α) «το γαρίφαλο σέ μάρανε» — για κακοντυμένο με γαρίφαλο στο πέτο
β) «ο μόσχος, το γαρίφαλο και το μακεδονίσι»
II. 1. ο αποξηραμένος κάλυκας του άνθους του τροπικού φυτού Καρυόφυλλος ο αρωματικός
2. φρ. «μαύρο είναι το γαρίφαλο μα πουλιέται με το δράμι» — για ακριβά πράγματα παρά τη μη εντυπωσιακή τους εμφάνιση
3. γαρίφαλο του βουνού
το άνθος του φυτού Χιτών ο χνοώδης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (βενετ.) gαrοflο < λατ. garofulum < ελλ. καρυό-φυλλον. Η γραφή της λ. με -ι- (γαρίφαλο) δικαιολογείται ως απλούστερη φωνητική γραφή της μεταβολής -ο- > -ι-, μια και η νεοελληνική λέξη προήλθε (ως αντιδάνειο) από μια βενετσιάνικη].