делать твердым: Difference between revisions
From LSJ
ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
(2) |
(ru-m-18-oct) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[καταστύφω]] | |rueltext=[[καταστύφω]] ;; [[ἀποσκληρύνω]] ;; [[στερεόω]] ;; [[διαστηρίζω]] ;; [[σκληρύνω]] ;; [[ἐκπηγνύω]] ;; [[περιπήγνυμι]] ;; [[περιπηγνύω]] ;; [[ὀστρακόω]] ;; [[συμπήγνυμι]] ;; [[πήγνυμι]] | ||
}} | }} |
Revision as of 17:10, 18 October 2019
Russian > Greek
καταστύφω ;; ἀποσκληρύνω ;; στερεόω ;; διαστηρίζω ;; σκληρύνω ;; ἐκπηγνύω ;; περιπήγνυμι ;; περιπηγνύω ;; ὀστρακόω ;; συμπήγνυμι ;; πήγνυμι