τζάγγη: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tzaggi
|Transliteration C=tzaggi
|Beta Code=tza/ggh
|Beta Code=tza/ggh
|Definition=ἡ, a kind of <span class="sense"><span class="bld">A</span> <b class="b2">shoe, misi . . zancas de nostris Parthicas paria tria</b>, Gallienus ap. Trebell.<span class="title">Claud.</span>17; <b class="b2">usum tzangarum . . intra urbem . . nemini liceat usurpare</b>, Cod.Theod.14.10.2.</span>
|Definition=ἡ, a kind of <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[shoe]], misi . . zancas de nostris Parthicas paria tria, Gallienus ap. Trebell.<span class="title">Claud.</span>17; <b class="b2">usum tzangarum . . intra urbem . . nemini liceat usurpare</b>, Cod.Theod.14.10.2.</span>
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ, Μ<br />[[είδος]] υποδήματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>zanca</i>, λ. παρθικής προέλευσης. Τα υποδήματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν αρχικά από τους βασιλείς της Περσίας, αργότερα δε και από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες].
|mltxt=ἡ, Μ<br />[[είδος]] υποδήματος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. [[zanca]], λ. παρθικής προέλευσης. Τα υποδήματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν αρχικά από τους βασιλείς της Περσίας, αργότερα δε και από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες].
}}
}}

Revision as of 12:33, 1 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τζάγγη Medium diacritics: τζάγγη Low diacritics: τζάγγη Capitals: ΤΖΑΓΓΗ
Transliteration A: tzángē Transliteration B: tzangē Transliteration C: tzaggi Beta Code: tza/ggh

English (LSJ)

ἡ, a kind of A shoe, misi . . zancas de nostris Parthicas paria tria, Gallienus ap. Trebell.Claud.17; usum tzangarum . . intra urbem . . nemini liceat usurpare, Cod.Theod.14.10.2.

Greek Monolingual

ἡ, Μ
είδος υποδήματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. zanca, λ. παρθικής προέλευσης. Τα υποδήματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν αρχικά από τους βασιλείς της Περσίας, αργότερα δε και από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες].