πέρνη: Difference between revisions

From LSJ

ἡ τῶν θεῶν ὑπ' ἀνθρώπων παραγωγήdeceit of gods by humans

Source
(32)
 
m (LSJ2 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=πέρνη
|Medium diacritics=πέρνη
|Low diacritics=πέρνη
|Capitals=ΠΕΡΝΗ
|Transliteration A=pérnē
|Transliteration B=pernē
|Transliteration C=perni
|Beta Code=pe/rnh
|Definition=v. [[πέρνα]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />η, Ν<br /><b>ζωολ.</b> ελασματοβράγχιο τών θερμών θαλασσών, με παχύ [[μανδύα]] και πλατύ ελασματώδες όστρακο.———————— <b>(II)</b><br />ἡ, Α<br /><b>βλ.</b> [[πέρνα]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />η, Ν<br /><b>ζωολ.</b> ελασματοβράγχιο τών θερμών θαλασσών, με παχύ [[μανδύα]] και πλατύ ελασματώδες όστρακο.<br /> <b>(II)</b><br />ἡ, Α<br /><b>βλ.</b> [[πέρνα]].
}}
}}

Latest revision as of 10:39, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πέρνη Medium diacritics: πέρνη Low diacritics: πέρνη Capitals: ΠΕΡΝΗ
Transliteration A: pérnē Transliteration B: pernē Transliteration C: perni Beta Code: pe/rnh

English (LSJ)

v. πέρνα.

Greek Monolingual

(I)
η, Ν
ζωολ. ελασματοβράγχιο τών θερμών θαλασσών, με παχύ μανδύα και πλατύ ελασματώδες όστρακο.
(II)
ἡ, Α
βλ. πέρνα.