καταγελώ: Difference between revisions

From LSJ

ἐλευθέρα Κόρκυρα· χέζ' ὅπου θέλεις → Corfu is free; shit where you want

Source
(19)
 
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM καταγελῶ, -άω)<br />[[γελώ]] περιφρονητικά σε [[βάρος]] κάποιου («καταγελᾷς ἤδη σύ μου», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γελώ]] [[δυνατά]].
|mltxt=(AM [[καταγελῶ]], [[καταγελάω]])<br />[[γελώ]] περιφρονητικά σε [[βάρος]] κάποιου («καταγελᾷς ἤδη σύ μου», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[γελώ]] [[δυνατά]].
}}
}}

Latest revision as of 09:13, 27 February 2021

Greek Monolingual

(AM καταγελῶ, καταγελάω)
γελώ περιφρονητικά σε βάρος κάποιου («καταγελᾷς ἤδη σύ μου», Αριστοφ.)
νεοελλ.
γελώ δυνατά.