ἀνθρωπαῖος: Difference between revisions

From LSJ

ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion

Source
(big3_4)
 
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que adopta la naturaleza humana]]de Cristo op. [[ἄνθρωπος]] Cyr.Al.<i>Chr.Un</i>.5<sup>1</sup>.750A.
|dgtxt=-ον<br />[[que adopta la naturaleza humana]]de Cristo op. [[ἄνθρωπος]] Cyr.Al.<i>Chr.Un</i>.5<sup>1</sup>.750A.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀνθρωπαῖος]], ο (Μ)<br />αυτός που κατοίκησε [[μέσα]] στον άνθρωπο ([[θεολογικός]] όρος που χρησιμοποιούν ο Κύριλλος και ο Ι. Δαμασκηνός για να αντικρούσουν τις απόψεις του Νεστόριου).
}}
}}

Revision as of 12:46, 28 March 2021

Spanish (DGE)

-ον
que adopta la naturaleza humanade Cristo op. ἄνθρωπος Cyr.Al.Chr.Un.51.750A.

Greek Monolingual

ἀνθρωπαῖος, ο (Μ)
αυτός που κατοίκησε μέσα στον άνθρωπο (θεολογικός όρος που χρησιμοποιούν ο Κύριλλος και ο Ι. Δαμασκηνός για να αντικρούσουν τις απόψεις του Νεστόριου).