κρουναίος: Difference between revisions

From LSJ

μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves

Source
(22)
 
m (Text replacement - "αῑον" to "αῖον")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=κρουναῑος, -αία, -ον (Α) [[κρουνός]]<br />αυτός που προέρχεται από [[κρήνη]], ο [[πηγαίος]] («κρουναῑον [[ὕδωρ]]», <b>Αριστοτ.</b>).
|mltxt=κρουναῖος, -αία, -ον (Α) [[κρουνός]]<br />αυτός που προέρχεται από [[κρήνη]], ο [[πηγαίος]] («κρουναῖον [[ὕδωρ]]», <b>Αριστοτ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 13:20, 28 March 2021

Greek Monolingual

κρουναῖος, -αία, -ον (Α) κρουνός
αυτός που προέρχεται από κρήνη, ο πηγαίος («κρουναῖον ὕδωρ», Αριστοτ.).