θωρακοστομία: Difference between revisions
From LSJ
(17) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η<br /><b>ιατρ.</b> [[διάνοιξη]] οπής στο θωρακικό [[τοίχωμα]] για την [[ελάττωση]] [[μεγάλης]] ενδοθωρακικής πίεσης, που οφείλεται [[είτε]] σε ανεγχείρητο [[μεσοπνευμόνιο]] όγκο [[είτε]] σε υπερβολική [[αύξηση]] του όγκου της καρδιάς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., | |mltxt=η<br /><b>ιατρ.</b> [[διάνοιξη]] οπής στο θωρακικό [[τοίχωμα]] για την [[ελάττωση]] [[μεγάλης]] ενδοθωρακικής πίεσης, που οφείλεται [[είτε]] σε ανεγχείρητο [[μεσοπνευμόνιο]] όγκο [[είτε]] σε υπερβολική [[αύξηση]] του όγκου της καρδιάς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. αγγλ. <i>thoracostomy</i> <span style="color: red;"><</span> <i>thoraco</i>- ([[πρβλ]]. [[θώραξ]], -<i>κος</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>stomy</i> ([[πρβλ]]. -<i>στομία</i> <span style="color: red;"><</span> [[στόμα]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:50, 23 August 2021
Greek Monolingual
η
ιατρ. διάνοιξη οπής στο θωρακικό τοίχωμα για την ελάττωση μεγάλης ενδοθωρακικής πίεσης, που οφείλεται είτε σε ανεγχείρητο μεσοπνευμόνιο όγκο είτε σε υπερβολική αύξηση του όγκου της καρδιάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. thoracostomy < thoraco- (πρβλ. θώραξ, -κος) + -stomy (πρβλ. -στομία < στόμα)].