μορφόχρους: Difference between revisions

From LSJ

Ἀδώνι' ἄγομεν καὶ τὸν Ἄδωνιν κλᾴομεν → We conduct the rites of Adonis, we weep for Adonis (Pherecrates, fr. 170)

Source
(25)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μορφόχρους]], -ουν και, -οος, -οον (Α)<br />(πιθ. εσφ. ανάγν. [[αντί]] ευμορφόχρους) αυτός που έχει [[ωραίο]] [[χρώμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μορφή]] <span style="color: red;">+</span> <i>χροῦς</i> «[[χρώμα]]» (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ροδό</i>-<i>χρους</i>)].
|mltxt=[[μορφόχρους]], -ουν και, -οος, -οον (Α)<br />(πιθ. εσφ. ανάγν. [[αντί]] ευμορφόχρους) αυτός που έχει [[ωραίο]] [[χρώμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μορφή]] <span style="color: red;">+</span> <i>χροῦς</i> «[[χρώμα]]» ([[πρβλ]]. <i>ροδό</i>-<i>χρους</i>)].
}}
}}

Revision as of 15:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

μορφόχρους, -ουν και, -οος, -οον (Α)
(πιθ. εσφ. ανάγν. αντί ευμορφόχρους) αυτός που έχει ωραίο χρώμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μορφή + χροῦς «χρώμα» (πρβλ. ροδό-χρους)].