ικμαλέος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us

Apollonius of Rhodes, Argonautica, 3.1129f.
(17)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰκμαλέος]], -α, -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[υγρός]], [[νοτερός]]<br /><b>2.</b> (για το [[ήπαρ]]) αυτός που [[είναι]] [[γεμάτος]] [[υγρό]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰκμάς]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>αλέος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βραγχ</i>-<i>αλέος</i>, <i>διψ</i>-<i>αλέος</i>)].
|mltxt=[[ἰκμαλέος]], -α, -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[υγρός]], [[νοτερός]]<br /><b>2.</b> (για το [[ήπαρ]]) αυτός που [[είναι]] [[γεμάτος]] [[υγρό]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰκμάς]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>αλέος</i> ([[πρβλ]]. [[βραγχαλέος]], [[διψαλέος]])].
}}
}}

Latest revision as of 18:04, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἰκμαλέος, -α, -ον (Α)
1. υγρός, νοτερός
2. (για το ήπαρ) αυτός που είναι γεμάτος υγρό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰκμάς + επίθημα -αλέος (πρβλ. βραγχαλέος, διψαλέος)].