κοιμηθιά: Difference between revisions

From LSJ

τῶν ἁλῶν συγκατεδηδοκέναι μέδιμνον → have eaten a bushel of salt together

Source
(21)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br />[[φωλιά]] αγριμιού και [[ιδίως]] του λαγού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κοιμηθ</i>- του [[κοιμάμαι]] (<b>[[πρβλ]].</b> αόρ. <i>κοιμήθ</i>-<i>ηκα</i>), <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βαρυγγωμ</i>-<i>ιά</i>, <i>λιποθυμ</i>-<i>ιά</i>)].
|mltxt=η<br />[[φωλιά]] αγριμιού και [[ιδίως]] του λαγού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κοιμηθ</i>- του [[κοιμάμαι]] ([[πρβλ]]. αόρ. <i>κοιμήθ</i>-<i>ηκα</i>), <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i> ([[πρβλ]]. [[βαρυγγωμιά]], [[λιποθυμιά]])].
}}
}}

Latest revision as of 18:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

η
φωλιά αγριμιού και ιδίως του λαγού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κοιμηθ- του κοιμάμαι (πρβλ. αόρ. κοιμήθ-ηκα), + κατάλ. -ιά (πρβλ. βαρυγγωμιά, λιποθυμιά)].