ιχθυείον: Difference between revisions

From LSJ

μαλακίζομαι πρὸς τὸν θάνατον → meet death like a weakling

Source
(18)
 
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἰχθυεῑον, τὸ (Α) [[ιχθύς]]<br /><b>επιγρ.</b> η [[ψαραγορά]], τα ψαράδικα.
|mltxt=ἰχθυεῖον, τὸ (Α) [[ιχθύς]]<br /><b>επιγρ.</b> η [[ψαραγορά]], τα ψαράδικα.
}}
}}

Latest revision as of 10:23, 24 August 2022

Greek Monolingual

ἰχθυεῖον, τὸ (Α) ιχθύς
επιγρ. η ψαραγορά, τα ψαράδικα.