κλαρία: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ δὲ παράκαιρος ἡδονὴ τίκτει βλάβην → Tempestiva aliqua ni voluptas sit, nocet → Die Lust zur falschen Zeit gebiert nur Schadensfrust

Menander, Monostichoi, 217
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
 
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=v. [[κληρίον]].
|btext=v. [[κληρίον]].
}}
{{elru
|elrutext='''κλᾱρία:''' τά [дор. pl. к [[κληρίον]] долговая книга, список задолженности Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 7: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κλαρία]] ή, δ. γρφ., [[κλάρια]], τὰ (Α) [[κλάρος]]<br />γραπτές ομολογίες χρέους, χρεωστικά έγγραφα, χρεώγραφα («τὰ παρὰ τῶν χρεωστῶν γραμματεῖα... ἅ [[κλαρία]] καλοῦσι», <b>Πλούτ.</b>).
|mltxt=[[κλαρία]] ή, δ. γρφ., [[κλάρια]], τὰ (Α) [[κλάρος]]<br />γραπτές ομολογίες χρέους, χρεωστικά έγγραφα, χρεώγραφα («τὰ παρὰ τῶν χρεωστῶν γραμματεῖα... ἅ [[κλαρία]] καλοῦσι», <b>Πλούτ.</b>).
}}
{{elru
|elrutext='''κλᾱρία:''' τά [дор. pl. к [[κληρίον]] долговая книга, список задолженности Plut.
}}
}}

Latest revision as of 13:45, 3 October 2022

French (Bailly abrégé)

v. κληρίον.

Russian (Dvoretsky)

κλᾱρία: τά [дор. pl. к κληρίον долговая книга, список задолженности Plut.

Greek (Liddell-Scott)

κλαρία: Δωρ. ἀντὶ τοῦ κληρία, τά, συγγραφὴ χρεωστική, «ὁμόλογον», Πλουτ. Ἆγις 13.

Greek Monolingual

κλαρία ή, δ. γρφ., κλάρια, τὰ (Α) κλάρος
γραπτές ομολογίες χρέους, χρεωστικά έγγραφα, χρεώγραφα («τὰ παρὰ τῶν χρεωστῶν γραμματεῖα... ἅ κλαρία καλοῦσι», Πλούτ.).