ἄγνυθες: Difference between revisions
From LSJ
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
(6_22) |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἄγνυθες''': -ων, αἱ, «λίθοι ἐξηρτημένοι τῶν στημόνων κατὰ τὴν ἀρχαίαν ὑφαντικήν», ( | |lstext='''ἄγνυθες''': -ων, αἱ, «λίθοι ἐξηρτημένοι τῶν στημόνων κατὰ τὴν ἀρχαίαν ὑφαντικήν», (Πολυδ. 7, 36), ἵνα τηρῶσιν αὐτοὺς καθέτους, Πλούτ. 2. 156Β· ἴδε ἐν λέξ. λαῖαι, [[κανών]]· (ἄλλοι γρ. ἀγνῦθες). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:13, 6 October 2022
Greek (Liddell-Scott)
ἄγνυθες: -ων, αἱ, «λίθοι ἐξηρτημένοι τῶν στημόνων κατὰ τὴν ἀρχαίαν ὑφαντικήν», (Πολυδ. 7, 36), ἵνα τηρῶσιν αὐτοὺς καθέτους, Πλούτ. 2. 156Β· ἴδε ἐν λέξ. λαῖαι, κανών· (ἄλλοι γρ. ἀγνῦθες).