σφαχτός: Difference between revisions

From LSJ

ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.

Source
(40)
 
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[σφακτός]], -ή, -όν, ΝΑ [[σφάζω]]<br />αυτός που θανατώθηκε με [[σφαγή]], σφαγμένος<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το σφαχτό</i><br />α) το [[σφάγιο]], το [[σφαχτάρι]]<br />β) το [[βόσκημα]] που προορίζεται για [[σφαγή]].
|mltxt=[[σφαχτός]], -ή, -ό / [[σφακτός]], -ή, -όν, ΝΑ [[σφάζω]]<br />αυτός που θανατώθηκε με [[σφαγή]], σφαγμένος<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το σφαχτό</i><br />α) το [[σφάγιο]], το [[σφαχτάρι]]<br />β) το [[βόσκημα]] που προορίζεται για [[σφαγή]].
}}
}}

Latest revision as of 10:29, 3 December 2022

Greek Monolingual

σφαχτός, -ή, -ό / σφακτός, -ή, -όν, ΝΑ σφάζω
αυτός που θανατώθηκε με σφαγή, σφαγμένος
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το σφαχτό
α) το σφάγιο, το σφαχτάρι
β) το βόσκημα που προορίζεται για σφαγή.