πολύασπις: Difference between revisions
From LSJ
κῶς ταῦτα βασιλέϊ ἐκχρήσει περιυβρίσθαι → how will it be good enough for the king to be insulted with these things
m (Text replacement - "Full diacritics=πολῠ" to "Full diacritics=πολῠ́") |
|||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-άσπιδος, ὁ, ἡ, Α<br />(για στρατό) αυτός που φέρει πολλές ασπίδες, πολλούς ασπιδοφόρους, [[πολυπληθής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἀσπίς]], -[[ίδος]] (<b>πρβλ.</b> | |mltxt=-άσπιδος, ὁ, ἡ, Α<br />(για στρατό) αυτός που φέρει πολλές ασπίδες, πολλούς ασπιδοφόρους, [[πολυπληθής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἀσπίς]], -[[ίδος]] (<b>πρβλ.</b> [[μίκρασπις]], [[ρίψασπις]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 08:25, 8 May 2023
English (LSJ)
ιδος, many-shielded, i.e. of a large host, (ὕβρις) Inscr.Cos350.
Greek Monolingual
-άσπιδος, ὁ, ἡ, Α
(για στρατό) αυτός που φέρει πολλές ασπίδες, πολλούς ασπιδοφόρους, πολυπληθής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + ἀσπίς, -ίδος (πρβλ. μίκρασπις, ρίψασπις)].