ρυσοχίτων: Difference between revisions
From LSJ
(36) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ωνος, ὁ, ἡ, Α<br />(για [[φυτό]]) αυτός που έχει ζαρωμένο, ρυτιδωμένο φλοιό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥυσός]] «ζαρωμένος, ρυτιδωμένος» <span style="color: red;">+</span> -<i>χίτων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χιτών]], -<i>ῶνος</i>), | |mltxt=-ωνος, ὁ, ἡ, Α<br />(για [[φυτό]]) αυτός που έχει ζαρωμένο, ρυτιδωμένο φλοιό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ῥυσός]] «ζαρωμένος, ρυτιδωμένος» <span style="color: red;">+</span> -<i>χίτων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χιτών]], -<i>ῶνος</i>), [[πρβλ]]. [[χρυσοχίτων]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:40, 10 May 2023
Greek Monolingual
-ωνος, ὁ, ἡ, Α
(για φυτό) αυτός που έχει ζαρωμένο, ρυτιδωμένο φλοιό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥυσός «ζαρωμένος, ρυτιδωμένος» + -χίτων (< χιτών, -ῶνος), πρβλ. χρυσοχίτων].