αντιτέμνω: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόνwhat is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful

Source
(5)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀντιτέμνω]] (Α)<br /><b>φρ.</b> [[κόβω]] βότανα για να χρησιμοποιηθούν [[εναντίον]] των ασθενειών («Φοῑβος ἔδωκε φάρμακα ἀντιτεμὼν βροτοῑσι»).
|mltxt=[[ἀντιτέμνω]] (Α)<br /><b>φρ.</b> [[κόβω]] βότανα για να χρησιμοποιηθούν [[εναντίον]] των ασθενειών («Φοῖβος ἔδωκε φάρμακα ἀντιτεμὼν βροτοῖσι»).
}}
}}

Latest revision as of 14:29, 6 February 2024

Greek Monolingual

ἀντιτέμνω (Α)
φρ. κόβω βότανα για να χρησιμοποιηθούν εναντίον των ασθενειών («Φοῖβος ἔδωκε φάρμακα ἀντιτεμὼν βροτοῖσι»).