Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

βλεφαρίτιδα: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστι σοφίας κτῆμα τιμιώτερον → Haud ulla res pretiosior sapientia → Die Weisheit ist Besitz von allergrößtem Wert

Menander, Monostichoi, 416
(7)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α βλεφαρῑτις) [[βλέφαρον]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[φλεγμονή]] των βλεφάρων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως επίθ.</b> <b>φρ.</b> «[[βλεφαρίτιδες]] [[τρίχες]]» — οι βλεφαρίδες.
|mltxt=η (Α βλεφαρῖτις) [[βλέφαρον]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[φλεγμονή]] των βλεφάρων<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως επίθ.</b> <b>φρ.</b> «[[βλεφαρίτιδες]] [[τρίχες]]» — οι βλεφαρίδες.
}}
}}

Latest revision as of 14:30, 6 February 2024

Greek Monolingual

η (Α βλεφαρῖτις) βλέφαρον
νεοελλ.
φλεγμονή των βλεφάρων
αρχ.
ως επίθ. φρ. «βλεφαρίτιδες τρίχες» — οι βλεφαρίδες.