Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

βλεφαρίτιδα

From LSJ

Ἐν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις → Magni est laboris, quicquid est pulchri uspiam → Das Schöne formt in tausendfältgen Mühen sich

Menander, Monostichoi, 176

Greek Monolingual

η (Α βλεφαρῖτις) βλέφαρον
νεοελλ.
φλεγμονή των βλεφάρων
αρχ.
ως επίθ. φρ. «βλεφαρίτιδες τρίχες» — οι βλεφαρίδες.