πλασμός: Difference between revisions

From LSJ

οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me

Source
(32)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ὁ, ΜΑ [[πλάζω]]<br />(στα σχόλια Ιλ.) «πλάζειν τὸ στροφοδινεῑν καὶ οἱονεὶ σκοτίζειν καὶ πλασμὸς ἡ ἐξ ἀμφοῑν τῶν μερῶν ἐπεισβολὴ τοῡ κύματος».———————— <b>(II)</b><br />ὁ, Μ [[πλάσσω]]<br />η [[πλάση]], η [[κατασκευή]], το [[πλάσιμο]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />ὁ, ΜΑ [[πλάζω]]<br />(στα σχόλια Ιλ.) «πλάζειν τὸ στροφοδινεῖν καὶ οἱονεὶ σκοτίζειν καὶ πλασμὸς ἡ ἐξ ἀμφοῖν τῶν μερῶν ἐπεισβολὴ τοῦ κύματος».<br /> <b>(II)</b><br />ὁ, Μ [[πλάσσω]]<br />η [[πλάση]], η [[κατασκευή]], το [[πλάσιμο]].
}}
}}

Latest revision as of 14:45, 6 February 2024

Greek (Liddell-Scott)

πλασμός: ὁ, (πλάσσω) πλάσις, κατασκευή, Βελθ. κ. Χρυσ. στ. 292, ἔκδ. Μαυροφρύδου. ― Πρβλ. μεταπλασμός.

Greek Monolingual

(I)
ὁ, ΜΑ πλάζω
(στα σχόλια Ιλ.) «πλάζειν τὸ στροφοδινεῖν καὶ οἱονεὶ σκοτίζειν καὶ πλασμὸς ἡ ἐξ ἀμφοῖν τῶν μερῶν ἐπεισβολὴ τοῦ κύματος».
(II)
ὁ, Μ πλάσσω
η πλάση, η κατασκευή, το πλάσιμο.