ἀνοσήλευτος: Difference between revisions
From LSJ
φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anosileftos | |Transliteration C=anosileftos | ||
|Beta Code=a)nosh/leutos | |Beta Code=a)nosh/leutos | ||
|Definition= | |Definition=ἀνοσήλευτον, [[untended]], [[Sophocles|S.]]''[[Fragments|Fr.]]''264. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον [[desatendido]]de un enfermo, S.<i>Fr</i>.264. | |dgtxt=-ον [[desatendido]] de un enfermo, S.<i>Fr</i>.264. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνοσήλευτος]], -ον)<br />αυτός που δεν νοσηλεύθηκε<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για αρρώστιες) αυτός που δεν χρειάζεται ή δεν επιδέχεται [[νοσηλεία]]. | |mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνοσήλευτος]], -ον)<br />αυτός που δεν νοσηλεύθηκε<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για αρρώστιες) αυτός που δεν χρειάζεται ή δεν επιδέχεται [[νοσηλεία]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:57, 23 March 2024
English (LSJ)
ἀνοσήλευτον, untended, S.Fr.264.
Spanish (DGE)
-ον desatendido de un enfermo, S.Fr.264.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀνοσήλευτος, -ον)
αυτός που δεν νοσηλεύθηκε
νεοελλ.
(για αρρώστιες) αυτός που δεν χρειάζεται ή δεν επιδέχεται νοσηλεία.