Κουρητικός: Difference between revisions

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544
(6_10)
(No difference)

Revision as of 09:15, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

Κουρητικός: -ή, -όν, ἐκ Πλευρῶνος (ἴδε τὸ προηγ. ΙΙ. 1), Στράβ. 466, Διον. Ἁλ., κτλ.· θηλ. ὡσαύτως Κουρῆτις, ιδος, Ἀπολλόδ. 1. 7, 6, κτλ. ΙΙ. ὁ Κουρητικὸς (δηλ. ποὺς) ὁ Κρητικός, Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 651· ἢ ὁ γ΄ παιών, Ἡφαιστ. 161.