νεοφώτιστος: Difference between revisions

From LSJ

ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος → in the great Doric island of Pelops

Source
(b)
 
(6_18)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0246.png Seite 246]] neu erleuchtet, = [[νεόφυτος]] 2), K. S.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0246.png Seite 246]] neu erleuchtet, = [[νεόφυτος]] 2), K. S.
}}
{{ls
|lstext='''νεοφώτιστος''': -ον, ὁ πρὸ μικροῦ βαπτισθείς, Συλλ. Ἐπιγραφ. 9810, Μεθόδ. 148C, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ, 429Β, Χρυσ. ΧΙΙ, 763D, κλ.
}}
}}

Revision as of 10:16, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 246] neu erleuchtet, = νεόφυτος 2), K. S.

Greek (Liddell-Scott)

νεοφώτιστος: -ον, ὁ πρὸ μικροῦ βαπτισθείς, Συλλ. Ἐπιγραφ. 9810, Μεθόδ. 148C, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙΙ, 429Β, Χρυσ. ΧΙΙ, 763D, κλ.