νησσοκτόνος: Difference between revisions
From LSJ
(6_8) |
(No difference)
|
Revision as of 10:45, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
νησσοκτόνος: ἢ νηττοκτόνος, ον, ὁ κτείνων, φονεύων νήσσας, νηττοκτόνος κίρκος Φιλῆς περὶ Ζῴων, 14, 6, σ. 58, 6.