Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

νησσοκτόνος

From LSJ

Νίκησον ὀργὴν τῷ λογίζεσθαι καλῶς → Ratione rem putando vince irae impetum → Besiege deinen Zorn durch deines Denkens Kraft

Menander, Monostichoi, 381

Greek (Liddell-Scott)

νησσοκτόνος: ἢ νηττοκτόνος, ον, ὁ κτείνων, φονεύων νήσσας, νηττοκτόνος κίρκος Φιλῆς περὶ Ζῴων, 14, 6, σ. 58, 6.

Greek Monolingual

νησσοκτόνος και νηττοκτόνος, -ον (Μ)
1. αυτός που σκοτώνει πάπιες
2. το αρσ. ως ουσ.νησσοκτόνος
είδος αετού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νῆσσα / νῆττα «πάπια» + -κτόνος (< κτείνω «σκοτώνω»), πρβλ. μηλο-κτόνος, ταυρο-κτόνος.