σφαιρίδιον: Difference between revisions

From LSJ

Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger

Menander, Monostichoi, 289
(6_3)
(No difference)

Revision as of 10:56, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

σφαιρίδιον: [ρῐ], τό, ὑποκορ. τοῦ σφαῖρα, ἡ λαιὰ σφαιρίδιόν τι κατέχει περιτερπὲς Εὐμάθ. 37Β, 45Α.