ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)
νυμφοπρεπής: -ές, ὁ ἁρμόζων εἰς νύμφην, Ψελλὸς ἐν ᾌσματι ᾈσμ. Ϛ΄, 4.