προσήγορος: Difference between revisions

6_6
(13_6a)
(6_6)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0764.png Seite 764]] 1) anredend, begrüßend, Παλλάδος θεᾶς [[ὅπως]] ἱκοίμην εὐγμάτων [[προσήγορος]], Soph. Ant. 1170, Schol. δι' εὐχῶν προσαγορεύουσα, wie Hesych. erkl. [[προσκυνητής]]; bei Aesch. Prom. 834 sind προσήγοροι δρύες die Eichen Dodona's, welche Orakel geben. – 2) pass., angeredet, begrüßt, τῷ [[προσήγορος]]; Soph. Phil. 1337, Schol. [[τίς]] με προσαγορεύσει; vgl. O. R. 1338; dah. übh. Jemandem willkommen, befreundet, φίλους τε καὶ προσηγόρους ἀλλήλοις γίγνεσθαι, Plat. Theaet. 146 a; übereinstimmend, Rep. VIII, 546 b; καὶ γνώριμοι, Sp., wie Plut. Cic. 40.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0764.png Seite 764]] 1) anredend, begrüßend, Παλλάδος θεᾶς [[ὅπως]] ἱκοίμην εὐγμάτων [[προσήγορος]], Soph. Ant. 1170, Schol. δι' εὐχῶν προσαγορεύουσα, wie Hesych. erkl. [[προσκυνητής]]; bei Aesch. Prom. 834 sind προσήγοροι δρύες die Eichen Dodona's, welche Orakel geben. – 2) pass., angeredet, begrüßt, τῷ [[προσήγορος]]; Soph. Phil. 1337, Schol. [[τίς]] με προσαγορεύσει; vgl. O. R. 1338; dah. übh. Jemandem willkommen, befreundet, φίλους τε καὶ προσηγόρους ἀλλήλοις γίγνεσθαι, Plat. Theaet. 146 a; übereinstimmend, Rep. VIII, 546 b; καὶ γνώριμοι, Sp., wie Plut. Cic. 40.
}}
{{ls
|lstext='''προσήγορος''': Δωρ. ποτάγορος, ον, ([[ἀγορεύω]]), ὁ προσαγορεύων, προσφωνῶν ἢ ὁ ἐκπέμπων φωνήν, αἱ πρ. δρύες, αἱ ὁμιλοῦσαι δρ., Αἰσχύλ. Πρ. 832· τί δῆτ’ ἐμοί... προσήγορον ἔτ’ ἔστ’ ἀκούειν; τί προσήγορον λόγον [[ἤτοι]] προσαγόρευσιν πρὸς ἐμὲ ἀποτεινομένην...; Σοφ. Ο. Τ. 1338· [[μετὰ]] γεν., Παλλάδος θεᾶς [[ὅπως]] ἱκοίμην εὐγμάτων [[προσήγορος]], «τουτέστιν ἵνα εὐχὰς αὐτῇ [[προσφέρω]]» (Σχόλ.), ὁ σὐτ. ἐν Ἀντ. 1185. 2) [[καθόλου]], [[εὐπροσήγορος]], ὁμηλιτικός, ἀμοιβαίως [[εὐχάριστος]], φίλοι καὶ πρ. ἀλλήλοις Πλάτ. Θεαίτ. 146Α· γνώριμοί τε καὶ πρ. Ἰάμβλ. ἐν Βίῳ Πυθ. 237· θεοῖς πρ. Μάξ. Τύρ. 11. 8· πρ. τινος, φίλος, Διον. Ἁλ. 1. 70· [[συμπόσιον]] οὐ πρ. ἑαυτῷ, παρὰ πολὺ μέγα ἢ [[ὥστε]] νὰ ἐπιδέχηται γενικὴν ὁμιλίαν, Πλούτ. 2. 678D· γνώριμα καὶ πρ. [[οἰκεῖος]], ὁ αὐτ. ἐν Κικ. 40. 3) ἐπὶ πραγμάτων, [[σύμφωνος]], ἁρμόζων, πάντα πρ. καὶ ῥητὰ πρὸς ἄλληλα Πλάτ. Πολ. 546Β· ὁμόφρονα καὶ ποτάγορα ἀλλάλοις Πῶλος παρὰ Στοβ. τ. 9. 54· οὕτω παρ’ ἄλλοις μεταγενεστέροις Πυθαγορείοις, σύμφωνα καὶ ποτάγορα, ὁμοῖα καὶ π., κτλ. ΙΙ. Παθ., προσφωνούμενος, προσαγορευόμενος, τῷ πρ.; ὑπὸ τίνος προσφωνηθείς; Σοφ. Φιλ. 1353. 2) καλούμενος, ὀνομαζόμενος, [[πόλις]] δὲ Μυσῶν... πρ. ὁ αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 360.
}}
}}