διαθλέω: Difference between revisions

From LSJ
(13_2)
 
(6_5)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0579.png Seite 579]] 1) durch-, zu Ende kämpfen, ἀγῶνας Hierocl.; βίον, Hel. 7, 5. – 2) wettkämpfen, τινί, Conon. 12; [[πρός]] τινα, Ael. V. H. 5, 6.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0579.png Seite 579]] 1) durch-, zu Ende kämpfen, ἀγῶνας Hierocl.; βίον, Hel. 7, 5. – 2) wettkämpfen, τινί, Conon. 12; [[πρός]] τινα, Ael. V. H. 5, 6.
}}
{{ls
|lstext='''διαθλέω''': ἀπελπιστικῶς [[ἀγωνίζομαι]], [[πρός]] τινα Αἰλ. Π. Ἱστ. 5. 6· τινι Κόνων 12· ΙΙ. [[ἀγωνίζομαι]] συνεχῶς, [[μέχρι]] τέλους, βίον Ἡλιόδ. 7. 5· ἀγῶνες διαθλούμενοι Κλήμ. Ἀλ. 29.
}}
}}

Revision as of 11:23, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 579] 1) durch-, zu Ende kämpfen, ἀγῶνας Hierocl.; βίον, Hel. 7, 5. – 2) wettkämpfen, τινί, Conon. 12; πρός τινα, Ael. V. H. 5, 6.

Greek (Liddell-Scott)

διαθλέω: ἀπελπιστικῶς ἀγωνίζομαι, πρός τινα Αἰλ. Π. Ἱστ. 5. 6· τινι Κόνων 12· ΙΙ. ἀγωνίζομαι συνεχῶς, μέχρι τέλους, βίον Ἡλιόδ. 7. 5· ἀγῶνες διαθλούμενοι Κλήμ. Ἀλ. 29.