σκηνουργός: Difference between revisions
From LSJ
(6_14) |
(No difference)
|
Revision as of 11:34, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
σκηνουργός: ὁ, δραματουργός, ἐν μεταφορ. σημασίᾳ, Μ. Ψελλός ἐν Σάθ. Μεσ. Βιβλ. τ. Δ΄, σ. 171.
(6_14) |
(No difference)
|
σκηνουργός: ὁ, δραματουργός, ἐν μεταφορ. σημασίᾳ, Μ. Ψελλός ἐν Σάθ. Μεσ. Βιβλ. τ. Δ΄, σ. 171.