προχώννυμι: Difference between revisions

From LSJ

τὸν τεθνηκότα μὴ κακολογεῖν → do not speak ill of the dead, speak no ill of the dead (Chilon the Spartan)

Source
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''προχώννῡμι''': ἢ -ύω, μέλλ. -χώσω, πρκμ. -κέχωκα· ― [[σχηματίζω]] διὰ προχώσεων πρότερον, τὰς νήσους Ἀριστ. π. Θαυμασ. 81. ΙΙ. διὰ καθιζήματος [[γεμίζω]] τι, θάλατταν Ἀριστείδ. 1, σ. 21. Πρβλ. [[προχόω]].
|lstext='''προχώννῡμι''': ἢ -ύω, μέλλ. -χώσω, πρκμ. -κέχωκα· ― [[σχηματίζω]] διὰ προχώσεων πρότερον, τὰς νήσους Ἀριστ. π. Θαυμασ. 81. ΙΙ. διὰ καθιζήματος [[γεμίζω]] τι, θάλατταν Ἀριστείδ. 1, σ. 21. Πρβλ. [[προχόω]].
}}
{{bailly
|btext=barrer en avant par des alluvions.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[χώννυμι]].
}}
}}

Revision as of 19:46, 9 August 2017

German (Pape)

[Seite 800] (s. χώννυμι), davor aufschütten, Plut. de exil. 9 von einem Flusse, der Schlamm an seiner Mündung ansetzt, u. A.

Greek (Liddell-Scott)

προχώννῡμι: ἢ -ύω, μέλλ. -χώσω, πρκμ. -κέχωκα· ― σχηματίζω διὰ προχώσεων πρότερον, τὰς νήσους Ἀριστ. π. Θαυμασ. 81. ΙΙ. διὰ καθιζήματος γεμίζω τι, θάλατταν Ἀριστείδ. 1, σ. 21. Πρβλ. προχόω.

French (Bailly abrégé)

barrer en avant par des alluvions.
Étymologie: πρό, χώννυμι.