ἀγαργάλιστος: Difference between revisions
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
(6_18) |
(big3_1) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀγαργάλιστος''': -ον, ὁ μὴ γαργαλιζόμενος· «κενοδοξίας [[ἀγαργάλιστος]] πάθει», Ψ. Χρυσ. τόμ. Ζ΄, σ. 304. | |lstext='''ἀγαργάλιστος''': -ον, ὁ μὴ γαργαλιζόμενος· «κενοδοξίας [[ἀγαργάλιστος]] πάθει», Ψ. Χρυσ. τόμ. Ζ΄, σ. 304. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />fig. [[no afectado]] κενοδοξίας [[ἀγαργάλιστος]] πάθει Chrys.M.61.687. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:44, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
ἀγαργάλιστος: -ον, ὁ μὴ γαργαλιζόμενος· «κενοδοξίας ἀγαργάλιστος πάθει», Ψ. Χρυσ. τόμ. Ζ΄, σ. 304.
Spanish (DGE)
-ον
fig. no afectado κενοδοξίας ἀγαργάλιστος πάθει Chrys.M.61.687.