ἀδιάσταλτος: Difference between revisions
From LSJ
λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells
(6_18) |
(big3_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀδιάσταλτος''': -ον, ὁ οὐχὶ σαφῶς ἀνεπτυγμένος, διάφ.· γραφ. ἐν Σχολ. εἰς Ὀδ. Τ. 560. | |lstext='''ἀδιάσταλτος''': -ον, ὁ οὐχὶ σαφῶς ἀνεπτυγμένος, διάφ.· γραφ. ἐν Σχολ. εἰς Ὀδ. Τ. 560. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[indistinto]], [[confuso]] ἀδιάσταλτα λέγοντες Sch.<i>Od</i>.19.560. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:46, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A not clearly unfolded, Sch.Od.19.560.
Greek (Liddell-Scott)
ἀδιάσταλτος: -ον, ὁ οὐχὶ σαφῶς ἀνεπτυγμένος, διάφ.· γραφ. ἐν Σχολ. εἰς Ὀδ. Τ. 560.
Spanish (DGE)
-ον
indistinto, confuso ἀδιάσταλτα λέγοντες Sch.Od.19.560.