ἀπότυπος: Difference between revisions

From LSJ

ἐπὶ ξυροῦ γὰρ ἀκμῆς ἔχεται ἡμῖν τὰ πρήγματα → our affairs are balanced on a razor's edge, our affairs are set upon the razor's edge

Source
(6_16)
(big3_6)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπότῠπος''': -ον, ἀπότυπον ἀναγλύφου ἢ ἀγάλματος, [[ἐκμαγεῖον]], ἀποτύποις εἰκόσιν ἐκόσμει Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰουδ. 20. 9, 4.
|lstext='''ἀπότῠπος''': -ον, ἀπότυπον ἀναγλύφου ἢ ἀγάλματος, [[ἐκμαγεῖον]], ἀποτύποις εἰκόσιν ἐκόσμει Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰουδ. 20. 9, 4.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[repujado]] φιάλη <i>ID</i> 442B 183, σκύφοι <i>ID</i> 442B.30 (II a.C.).<br /><b class="num">2</b> [[que es copia o reproducción]] ταῖς τῶν ἀρχαίων ἀποτύποις εἰκόσιν ἐκόσμει I.<i>AI</i> 20.212<br /><b class="num">•</b>subst. ὁ, τὸ ἀ. [[copia]], [[réplica]] Ἀπόλλωνος [[ἀπότυπος]] ἀργυροῦς <i>IG</i> 11(2).223B.17 (Delos III a.C.), Ἀπόλλωνος ἀπότυπον ἀργυροῦν ἐπίχρυσον <i>IG</i> 11(2).203B83 (Delos III a.C.).
}}
}}

Revision as of 11:57, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπότῠπος Medium diacritics: ἀπότυπος Low diacritics: απότυπος Capitals: ΑΠΟΤΥΠΟΣ
Transliteration A: apótypos Transliteration B: apotypos Transliteration C: apotypos Beta Code: a)po/tupos

English (LSJ)

ον,

   A moulded, εἰκόνες J.AJ20.9.4.    2 Subst. ἀπότυπος, ὁ, image, Ἁπόλλωνος ἀ. ἀργυροῦς IG11(2).223B17 (Delos, iii B.C.); also as neut., Ἁπόλλωνος ἀπότυπον ἀργυροῦν ἐπίχρυσον ib.203 B83 (ib.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀπότῠπος: -ον, ἀπότυπον ἀναγλύφου ἢ ἀγάλματος, ἐκμαγεῖον, ἀποτύποις εἰκόσιν ἐκόσμει Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰουδ. 20. 9, 4.

Spanish (DGE)

-ον
1 repujado φιάλη ID 442B 183, σκύφοι ID 442B.30 (II a.C.).
2 que es copia o reproducción ταῖς τῶν ἀρχαίων ἀποτύποις εἰκόσιν ἐκόσμει I.AI 20.212
subst. ὁ, τὸ ἀ. copia, réplica Ἀπόλλωνος ἀπότυπος ἀργυροῦς IG 11(2).223B.17 (Delos III a.C.), Ἀπόλλωνος ἀπότυπον ἀργυροῦν ἐπίχρυσον IG 11(2).203B83 (Delos III a.C.).