ἀπληροφόρητος: Difference between revisions
From LSJ
(6_15) |
(big3_5) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπληροφόρητος''': -ον, [[ἀβέβαιος]], [[ἄδηλος]], [[ἀσαφής]], [[ἀμφίβολος]], Ἰω. Κλίμ. σ. 130, 36. ― Ἐπίρρ. -τως Γρηγ. Ναζ. σ. 155, 25. | |lstext='''ἀπληροφόρητος''': -ον, [[ἀβέβαιος]], [[ἄδηλος]], [[ἀσαφής]], [[ἀμφίβολος]], Ἰω. Κλίμ. σ. 130, 36. ― Ἐπίρρ. -τως Γρηγ. Ναζ. σ. 155, 25. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[insatisfecho]] λύπη <i>A.Xanthipp</i>.5 (p.61.18).<br /><b class="num">2</b> [[falto de confianza]], [[inseguro]] ἔμειναν ἀπληροφόρητοι Dor.Ab.<i>Doct</i>.M.88.1704A. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:15, 21 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
ἀπληροφόρητος: -ον, ἀβέβαιος, ἄδηλος, ἀσαφής, ἀμφίβολος, Ἰω. Κλίμ. σ. 130, 36. ― Ἐπίρρ. -τως Γρηγ. Ναζ. σ. 155, 25.
Spanish (DGE)
-ον
1 insatisfecho λύπη A.Xanthipp.5 (p.61.18).
2 falto de confianza, inseguro ἔμειναν ἀπληροφόρητοι Dor.Ab.Doct.M.88.1704A.