βορβόρῳ δ' ὕδωρ λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ' εὑρήσεις ποτόν → once limpid waters are stained with mud, you'll never find a drink
κάνω κακό γάμο, δεν ευτυχώ στον γάμο μου, κακοπαντρεύομαι.[ΕΤΥΜΟΛ. < αδικο- + παντρεύομαι].