αζωτούχος: Difference between revisions

From LSJ

Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich

Menander, Monostichoi, 426
(1)
(No difference)

Revision as of 06:18, 29 September 2017

Greek Monolingual

-ο
αυτός που περιέχει άζωτο. Π. χ. αζωτούχο λίπασμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άζωτο + -ούχος < έχω].