αλεξιθόρυβος: Difference between revisions

From LSJ

χρῆσαι κακοῖσι τοῖς ἐμοῖς, εἰ κερδανεῖς → use my shame, if any good

Source
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που προφυλάσσει από τον θόρυβο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αλεξι</i>- (<span style="color: red;"><</span> [[ἀλέξω]]) <span style="color: red;">+</span> [[θόρυβος]].
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που προφυλάσσει από τον θόρυβο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αλεξι</i>- (<span style="color: red;"><</span> [[ἀλέξω]]) <span style="color: red;">+</span> [[θόρυβος]].
}}
}}

Latest revision as of 23:10, 29 December 2020

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που προφυλάσσει από τον θόρυβο.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλεξι- (< ἀλέξω) + θόρυβος.