ίστερος: Difference between revisions
From LSJ
Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός → Facient malorum te malum commercia → Mit Schlechten Umgang pflegend wirst du selber schlecht
(18) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ὁ<br />[[γένος]] κολεόπτερων εντόμων της οικογένειας Histeridae.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=ὁ<br />[[γένος]] κολεόπτερων εντόμων της οικογένειας Histeridae.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. <i>hister</i> (<span style="color: red;"><</span> λατ. <i>hister</i> «[[ηθοποιός]]» [[επειδή]] το εν λόγω [[έντομο]] προσποιείται ότι [[είναι]] νεκρό όταν αισθανθεί κίνδυνο)]. | ||
}} | }} |