Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κατεσκληκώς: Difference between revisions

From LSJ
(20)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-υία, -ός (Α [[κατεσκληκώς]], -υῑα, -ός)<br />(μτχ. παρακμ. του άχρ. ρήματος [[κατασκέλλομαι]])<br />[[κάτισχνος]], [[σκελετωμένος]], [[σκελεθρωμένος]].
|mltxt=-υία, -ός (Α [[κατεσκληκώς]], -υῖα, -ός)<br />(μτχ. παρακμ. του άχρ. ρήματος [[κατασκέλλομαι]])<br />[[κάτισχνος]], [[σκελετωμένος]], [[σκελεθρωμένος]].
}}
}}

Latest revision as of 14:40, 6 February 2024

Greek Monolingual

-υία, -ός (Α κατεσκληκώς, -υῖα, -ός)
(μτχ. παρακμ. του άχρ. ρήματος κατασκέλλομαι)
κάτισχνος, σκελετωμένος, σκελεθρωμένος.