κατεσκληκώς
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
Greek Monolingual
-υία, -ός (Α κατεσκληκώς, -υῖα, -ός)
(μτχ. παρακμ. του άχρ. ρήματος κατασκέλλομαι)
κάτισχνος, σκελετωμένος, σκελεθρωμένος.