άρακος: Difference between revisions
From LSJ
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
(6) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἄρακος]], ο (Α)<br />[[είδος]] οσπρίου, [[αρακάς]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=[[ἄρακος]], ο (Α)<br />[[είδος]] οσπρίου, [[αρακάς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Άγνωστης ετυμολογίας. Η [[σύνδεση]] με το <b>λατ.</b> <i>arinca</i> «[[είδος]] σιταριού» δεν θεωρείται πιθανή. Ο τ. [[μάλλον]] ανήκει στη [[σειρά]] των μικρασιατικής προέλευσης λέξεων της Ελληνικής που αναφέρονται στα όσπρια]. | ||
}} | }} |