ενδιάκειμαι: Difference between revisions
From LSJ
Ταμιεῖον ἀνθρώποισι σωφροσύνη μόνη → Magnum horreum est hominibus temperantia → Ihr Vorratsschatz ist Menschen Mäßigung allein
(11) |
m (Text replacement - "εῑς" to "εῖς") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐνδιάκειμαι]] (Α)<br />[[είμαι]] τοποθετημένος σε [[κάτι]] («ἐνδιέκειντο δὲ | |mltxt=[[ἐνδιάκειμαι]] (Α)<br />[[είμαι]] τοποθετημένος σε [[κάτι]] («ἐνδιέκειντο δὲ ταῖς σχοινίσι... λίθοι πολυτελεῖς»). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:10, 13 October 2022
Greek Monolingual
ἐνδιάκειμαι (Α)
είμαι τοποθετημένος σε κάτι («ἐνδιέκειντο δὲ ταῖς σχοινίσι... λίθοι πολυτελεῖς»).