κνισοθύτης: Difference between revisions

From LSJ

ἐν τῷ διὰ τῆς κατασκευῆς παρεπιφαινομένῳ περίττῳ → through some excess thing which results through poetic elaboration

Source
(20)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κνισοθύτης]], ὁ (Μ)<br />αυτός που κάνει θυσίες από τις οποίες αναδίδεται [[κνίσα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κνῖσα]] <span style="color: red;">+</span> [[θύτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>θύω</i> [Ι]) <b>[[πρβλ]].</b> <i>μηλο</i>-[[θύτης]], <i>μοσχο</i>-[[θύτης]].
|mltxt=[[κνισοθύτης]], ὁ (Μ)<br />αυτός που κάνει θυσίες από τις οποίες αναδίδεται [[κνίσα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κνῖσα]] <span style="color: red;">+</span> [[θύτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>θύω</i> [Ι]) [[πρβλ]]. [[μηλοθύτης]], [[μοσχοθύτης]].
}}
}}

Latest revision as of 07:45, 24 August 2021

Greek Monolingual

κνισοθύτης, ὁ (Μ)
αυτός που κάνει θυσίες από τις οποίες αναδίδεται κνίσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κνῖσα + θύτης (< θύω [Ι]) πρβλ. μηλοθύτης, μοσχοθύτης.