οξυτικός: Difference between revisions

From LSJ

ποντίων τε κυμάτων άνήριθμον γέλασμα, παμμῆτόρ τε γῆ (Aeschylus' Prometheus Bound l. 90) → O infinite laughter of the waves of ocean, O universal mother Earth

Source
(29)
 
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀξυτικός]], -ή, -όν (Α) [[οξύς]]<br />[[ταχύς]], γρήγορος («τί τοῡ ἡλιακοῡ ἅρματος ὀξυτικώτερον εἰς δρόμον;», Ιππόλ.).
|mltxt=[[ὀξυτικός]], -ή, -όν (Α) [[οξύς]]<br />[[ταχύς]], γρήγορος («τί τοῦ ἡλιακοῦ ἅρματος ὀξυτικώτερον εἰς δρόμον;», Ιππόλ.).
}}
}}

Latest revision as of 20:10, 13 June 2022

Greek Monolingual

ὀξυτικός, -ή, -όν (Α) οξύς
ταχύς, γρήγορος («τί τοῦ ἡλιακοῦ ἅρματος ὀξυτικώτερον εἰς δρόμον;», Ιππόλ.).