ουλοτριχώ: Difference between revisions
From LSJ
Μὴ κρῖν' ὁρῶν τὸ κάλλος, ἀλλὰ τὸν τρόπον → Mores in arbitrando, non faciem vide → Nach dem Charakter, nicht nach Schönheit urteile
(30) |
m (Text replacement - "εῑν" to "εῖν") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=οὐλοτριχῶ, -έω (Α) [[ουλότριχος]]<br />έχω σγουρά μαλλιά («τοὺς Ἰνδοὺς μὴ | |mltxt=οὐλοτριχῶ, -έω (Α) [[ουλότριχος]]<br />έχω σγουρά μαλλιά («τοὺς Ἰνδοὺς μὴ οὐλοτριχεῖν», <b>Στράβ.</b>). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 08:35, 27 March 2021
Greek Monolingual
οὐλοτριχῶ, -έω (Α) ουλότριχος
έχω σγουρά μαλλιά («τοὺς Ἰνδοὺς μὴ οὐλοτριχεῖν», Στράβ.).